Ένα ερώτημα που απασχολεί πολλούς αλλά λίγοι μπορούν να το απαντήσουν και ακόμα λιγότεροι να το κάνουν πράξη…
Στο συγκεκριμένο άρθρο θα προσπαθήσω να δώσω μια απάντηση μέσω της εμπειρίας μου και τελικά να αποφανθώ γιατί οι περισσότερες δίαιτες είναι καταδικασμένες να αποτύχουν…
Πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι για ποιο λόγο θα πρέπει να ακολουθήσω μια δίαιτα και κατ’ επέκταση ποια δίαιτα είναι ιδανική για μένα και πως να την επιλέξω? Εδώ μπορούμε να διακρίνουμε δύο κατηγορίες, αυτούς που γυμνάζονται και αυτούς που δεν γυμνάζονται. Αυτοί που γυμνάζονται συνήθως έχουν ως στόχο μέσω της διατροφής τους να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους στο άθλημα τους αλλά γιατί όχι να διατηρήσουν και ένα ωραίο σώμα. Αυτοί οι οποίοι δεν γυμνάζονται συνήθως το κάνουν είτε για λόγους υγείας, είτε για λόγους εμφάνισης. Και στις δύο περιπτώσεις ο τρόπος που θα δημιουργήσουμε τη διατροφή μας βασίζεται στο βασικό μεταβολικό ρυθμό μας (ΒΜR) και διαφέρει από άτομο σε άτομο ανάλογα με το φύλο, την ηλικία το σωματότυπο και τις δραστηριότητες του.
Σε μια κοινωνία που συνεχώς εξελίσσεται και συνεχώς νέες έρευνες έρχονται να πλαισιώσουν το χώρο του fitness, οι διατροφικές επιλογές είναι αμέτρητες. Μην ξεχνάμε όμως ένα πράγμα. Όλες βασίζονται στην αρχή του βασικού μεταβολικού ρυθμού.
ΚΑΜΙΑ διατροφή δεν πρόκειται να “δουλέψει” όσα και αν σου υπόσχονται οι δήθεν guru του fitness, αν δεν βασίζεται σε αυτή τη βασική αρχή! Αφού κατανοήσαμε πλήρως πως λειτουργεί μια διατροφή περνάμε στο δεύτερο βασικό ερώτημα που προκύπτει σε πολλούς πως εφόσον έχεις βρει τη διατροφή που σου ταιριάζει και μάλιστα πήγες σε διατροφολόγο για το σκοπό αυτό, πάλι δεν μπορείς να δεις ουσιώδη διαφορά στο σώμα σου.(Και όχι δεν φταίει ο κατεστραμμένος σου μεταβολισμός όπως έχεις μάθει να λες επειδή κάπου το άκουσες και σου “άρεσε” σαν δικαιολογία.) Η απάντηση είναι ξεκάθαρη! Είτε κάτι κάνεις λάθος, είτε κοροϊδεύεις τον εαυτό σου…(εξαιρούνται οι περιπτώσεις υγείας, όπως του θυρεοειδισμού και των διαταραχών του ορμονικού προφίλ που χρήζουν φαρμακευτικής αγωγής) και θα σου εξηγήσω αμέσως το γιατί. Σε μια έρευνα υποσιτισμού που διεξήχθη το 1945 στο πανεπιστήμιο της Μινεσότα επιλέχθηκαν 36 εθελοντές, νέοι σε ηλικία οι οποίοι κατανάλωναν ημερησίως 1500 θερμίδες για 6 μήνες.
Μάντεψε τι συνέβη…όλοι έχασαν αρκετά κιλά και κάποιοι έφτασαν σε σημείο να λιμοκτονούν με 5% λίπος, σχεδόν ετοιμοθάνατοι. Το πιο σημαντικό πόρισμα όμως της έρευνας ήταν ότι ο βασικός μεταβολικός ρυθμός δεν παρουσίασε καμία ζημιά, απλά έγινε κατά 15% πιο αργός για το διάστημα που ακολουθούσαν τη συγκεκριμένη δίαιτα. Αν και ακραίο παράδειγμα έρευνας μας δείχνει ακριβώς πως λειτουργεί ο ΒΜR και πως θα πρέπει να τον διαχειριστούμε για την απώλεια βάρους. Αφού έχουμε αποδεχτεί όλα τα παραπάνω και πλέον δεν έχουμε καμία δικαιολογία σε πρακτικό επίπεδο περνάμε στο επόμενο ερώτημα που είναι και το πιο σημαντικό και έχει να κάνει με την ψυχολογία. “Δεν μπορώ να ακολουθήσω τη διατροφή κατά γράμμα γιατί δεν έχω το κίνητρο και πάντα κάπου θα το χαλάω. Πώς μπορώ να το βελτιώσω αυτό?” Σε μια κοινωνία υπερκαταναλωτισμού και εξάρτησης από τα υλικά αγαθά φαντάζει πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να φορέσουμε παρωπίδες και να αποστασιοποιηθούμε από το κοινωνικό γίγνεσθαι. Σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας μας κατακλυζόμαστε από τα ΜΜΕ που τελικό σκοπό έχουν να μας αποθαρρύνουν και να μας χειραγωγήσουν, απομακρύνοντας μας από τους στόχους μας. Όλο αυτό είναι φυσικό να επηρεάζει και τον τομέα της διατροφής μας. Ένα τεράστιο κομμάτι της παγκόσμιας οικονομίας βασίζεται στις τροφές και τα συμπληρώματα, τα οποία καταναλώνουμε και είναι λογικό να υπάρχει τεράστια διαφήμιση πάνω στο κομμάτι αυτό. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι πρέπει να ακολουθούμε τη μάζα και τον τρόπο σκέψης που υποσυνείδητα μας επιβάλλει. Πρέπει λοιπόν να επαναπροσδιορίσουμε ορισμένες αξίες και να αναθεωρήσουμε τουλάχιστον σε ότι έχει να κάνει με τη διατροφή μας, μιας και αυτό είναι το θέμα του άρθρου. Όλοι γνωρίζουμε πως να τα πάμε καλύτερα αλλά δεν καταλαβαίνουμε γιατί δεν κάνουμε αυτά που πρέπει για να τα πάμε καλύτερα…Τώρα νομίζω έχουμε μια απάντηση!
Οι πρώτες υποσυνείδητες επιδράσεις είναι ολοφάνερο ότι προέρχονται από την κοινωνία και τα κοινωνικά πρότυπα που αυτή μας επιβάλλει αλλά ο τρόπος με τον οποίο αυτές οι επιδράσεις έχουν αντίκτυπο διαφέρει από άτομο σε άτομο, ανάλογα με τις γνώσεις και την εμπειρία και κατά πόσον αυτό το άτομο μπορεί να φιλτράρει και να ερμηνεύσει τις πληροφορίες που δέχεται. Πολλές φορές είναι δυνατό αυτές οι πληροφορίες να εξυπηρετούν η να συμπίπτουν με τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας. Εδώ είναι που συνήθως δημιουργείται το πρόβλημα γιατί δημιουργείται ένας εσωτερικός ανταγωνισμός μεταξύ του “πρέπει” και του “επιθυμώ”. Σε ατομικό επίπεδο λοιπόν έχουμε τη δυνατότητα να βάλουμε φραγμό στα ερεθίσματα που δεχόμαστε, να αποστασιοποιηθούμε και να ακολουθήσουμε το “πρέπει”. Πιο συγκεκριμένα γνωρίζουμε ότι δεν πρέπει να φάμε αλλά παρόλα αυτά τρώμε, γνωρίζουμε το σωστό αλλά παρόλα αυτά καταλήγουμε στο λάθος, γνωρίζουμε πως να γίνουμε καλύτεροι αλλά επιλέγουμε να μείνουμε στάσιμοι. Αυτό συμβαίνει ακριβώς γιατί δεν έχουμε μάθει να τιθασεύουμε τη σκέψη μας, γιατί αφήνουμε την κοινωνία της μετριότητας να μας κάνει κομμάτι της, γιατί η παρασαλευμένη αυτή εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας αντανακλά τον τρόπο ζωής μας, γιατί τελικά έτσι μας “μάθανε”…
Ποτέ δεν είχα πρόβλημα στο να ακολουθήσω μια διατροφή και να δω άμεσα αποτελέσματα γιατί πολύ απλά ακολουθούσα όλα τα παραπάνω. Αν με ρωτήσεις για το αν η διαδικασία είναι εύκολη θα σου πω πως δεν είναι. Την έχω περατώσει αρκετές φορές και κάθε φορά αντιμετωπίζω τα ίδια εσωτερικά ερωτήματα που αντιμετωπίζεις κι εσύ (θα δουλέψει όλο αυτό η τζάμπα το κάνω, άμα φάω μια φορά δεν θα γίνει και κάτι σιγά, τελευταία μέρα που τρώω σαβούρα και από αύριο “στρατιώτης”, τζάμπα το κάνω δεν βλέπω προκοπή, μήπως έχω αδυνατίσει αρκετά, στο πάρτι το βράδυ αν δεν πιω θα με κοροϊδεύουν οι γύρω μου) με μία διαφορά…ότι παραμένω προσηλωμένος στο στόχο μου μέχρι τέλους!